Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσγαμία
δύσγαμος
δυσγάργαλις
δυσγένεια
δυσγενής
δυσγεφύρωτος
δυσγεώργητος
δύσγνοια
δυσγνώριστος
δυσγνωσία
δύσγνωστος
δυσγοήτευτος
δύσγονος
δυσγράμματος
δυσγρίπιστος
δυσδαιμονέω
δυσδαιμονία
δυσδαίμων
δυσδάκρυτος
δύσδαμαρ
δυσδάμαστος
View word page
δύσγνωστος
hard to understand

ShortDef

hard to understand

Debugging

Headword:
δύσγνωστος
Headword (normalized):
δύσγνωστος
Headword (normalized/stripped):
δυσγνωστος
IDX:
24460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24461
Key:

Data

{'content': 'hard to understand'}