Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσβοήθητος
δύσβολος
δυσβούλευτος
δυσβουλία
δύσβουλος
δυσβράκανος
δύσβωλος
δυσγαμέω
δυσγαμία
δύσγαμος
δυσγάργαλις
δυσγένεια
δυσγενής
δυσγεφύρωτος
δυσγεώργητος
δύσγνοια
δυσγνώριστος
δυσγνωσία
δύσγνωστος
δυσγοήτευτος
δύσγονος
View word page
δυσγάργαλις
very ticklish, skittish

ShortDef

very ticklish, skittish

Debugging

Headword:
δυσγάργαλις
Headword (normalized):
δυσγάργαλις
Headword (normalized/stripped):
δυσγαργαλις
IDX:
24452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24453
Key:

Data

{'content': 'very ticklish, skittish'}