Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσάρμοστος
δυσαρχία
δυσαυγής
δυσαυλία
δύσαυλος
δύσαυλος2
δυσαυξής
δυσαυρία
δυσαυχής
δυσαφαίρετος
δυσαφής
δυσαχής
δυσαχθής
δυσβάστακτος
δυσβατοποιέομαι
δύσβατος
δυσβάϋκτος
δυσβίοτος
δυσβλεπτέω
δυσβοήθητος
δύσβολος
View word page
δυσαφής
hard to the touch
ShortDef
hard to the touch
Debugging
Headword:
δυσαφής
Headword (normalized):
δυσαφής
Headword (normalized/stripped):
δυσαφης
IDX:
24433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24434
Key:
Data
{'content': 'hard to the touch'}