Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσάρεστος
δυσαρίθμητος
δυσαριστοτόκεια
δύσαρκτος
δυσαρμοστία
δυσάρμοστος
δυσαρχία
δυσαυγής
δυσαυλία
δύσαυλος
δύσαυλος2
δυσαυξής
δυσαυρία
δυσαυχής
δυσαφαίρετος
δυσαφής
δυσαχής
δυσαχθής
δυσβάστακτος
δυσβατοποιέομαι
δύσβατος
View word page
δύσαυλος2
an unhappy aulos contest

ShortDef

inhospitable
an unhappy aulos contest

Debugging

Headword:
δύσαυλος2
Headword (normalized):
δύσαυλος
Headword (normalized/stripped):
δυσαυλος2
IDX:
24428
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24429
Key:

Data

{'content': 'an unhappy aulos contest'}