Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰτία
αἰτιάζομαι
αἰτίαμα
αἰτιάομαι
αἰτίασις
αἰτιατέον
αἰτιατικός
αἰτιατός
αἰτίζω
αἰτιολογέω
αἰτιολογητέον
αἰτιολογία
αἰτιολογικός
αἴτιος
αἰτιώδης
αἰτιώνυμος
Αἰτναῖος
Αἴτνη
Αἰτωλάρχης
Αἰτωλία
Αἰτωλικός
View word page
αἰτιολογητέον
one must investigate causes
ShortDef
one must investigate causes
Debugging
Headword:
αἰτιολογητέον
Headword (normalized):
αἰτιολογητέον
Headword (normalized/stripped):
αιτιολογητεον
IDX:
2439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2440
Key:
Data
{'content': 'one must investigate causes'}