Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσάνοικτος
δυσανταγώνιστος
δυσάντης
δυσάντητος
δυσαντίβλεπτος
δυσαντίλεκτος
δυσαντοφθάλμητος
δυσάνωρ
δυσαξίωτος
δυσαπάλειπτος
δυσαπαλλακτία
δυσαπάλλακτος
δυσάπιστος
δυσαπόβλητος
δυσαπόδεικτος
δυσαποδίδακτος
δυσαποδίωκτος
δυσαπόδοτος
δυσαπόθετος
δυσαποκατάστασις
δυσαποκατάστατος
View word page
δυσαπαλλακτία
the quality of being difficult to get rid of, persistency
ShortDef
the quality of being difficult to get rid of, persistency
Debugging
Headword:
δυσαπαλλακτία
Headword (normalized):
δυσαπαλλακτία
Headword (normalized/stripped):
δυσαπαλλακτια
IDX:
24388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24389
Key:
Data
{'content': 'the quality of being difficult to get rid of, persistency'}