Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσανάληπτος
δυσαναληψία
δυσανάλυτος
δυσανάλωτος
δυσανάπαυστος
δυσανάπειστος
δυσανάπλοος
δυσανάπνευστος
δυσαναπόρευτος
δυσανασκεύαστος
δυσανάσφαλτος
δυσανασχετέω
δυσανάσχετος
δυσανάτρεπτος
δυσανδρία
δυσάνεκτος
δυσανθής
δυσάνιος
δυσανιῶν
δυσάνοικτος
δυσανταγώνιστος
View word page
δυσανάσφαλτος
hardly recovering from an illness
ShortDef
hardly recovering from an illness
Debugging
Headword:
δυσανάσφαλτος
Headword (normalized):
δυσανάσφαλτος
Headword (normalized/stripped):
δυσανασφαλτος
IDX:
24369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24370
Key:
Data
{'content': 'hardly recovering from an illness'}