Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰτητέον
αἰτητής
αἰτητικός
αἰτητός
αἰτία
αἰτιάζομαι
αἰτίαμα
αἰτιάομαι
αἰτίασις
αἰτιατέον
αἰτιατικός
αἰτιατός
αἰτίζω
αἰτιολογέω
αἰτιολογητέον
αἰτιολογία
αἰτιολογικός
αἴτιος
αἰτιώδης
αἰτιώνυμος
Αἰτναῖος
View word page
αἰτιατικός
causal
ShortDef
causal
Debugging
Headword:
αἰτιατικός
Headword (normalized):
αἰτιατικός
Headword (normalized/stripped):
αιτιατικος
IDX:
2435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2436
Key:
Data
{'content': 'causal'}