Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυοκαιπεντηκοστός
δυόμισυ
δυοποιός
δυοστός
δύπτης
δύπτω
Δυρράχιον
Δυρράχιος
δυς
δυσάγγελος
δυσαγέω
δυσαγής
δύσαγνος
δυσαγρέω
δυσαγρής
δυσαγρία
δυσάγωγος
δυσάγων
δυσαγώνιστος
δυσάδελφος
δυσάεθλος
View word page
δυσαγέω
to be impious

ShortDef

to be impious

Debugging

Headword:
δυσαγέω
Headword (normalized):
δυσαγέω
Headword (normalized/stripped):
δυσαγεω
IDX:
24310
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24311
Key:

Data

{'content': 'to be impious'}