Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυοκαιδεκάμηνος
δυοκαιδέκατος
δυοκαιεβδομηκοστός
δυοκαιεικοσίπηχυς
δυοκαιεικοστός
δυοκαιπεντηκοστός
δυόμισυ
δυοποιός
δυοστός
δύπτης
δύπτω
Δυρράχιον
Δυρράχιος
δυς
δυσάγγελος
δυσαγέω
δυσαγής
δύσαγνος
δυσαγρέω
δυσαγρής
δυσαγρία
View word page
δύπτω
duck, dive
ShortDef
duck, dive
Debugging
Headword:
δύπτω
Headword (normalized):
δύπτω
Headword (normalized/stripped):
δυπτω
IDX:
24305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24306
Key:
Data
{'content': 'duck, dive'}