Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρωπάζω
δρωπακίζω
δρωπακισμός
δρωπακιστέον
δρωπακιστής
δρωπακιστός
δρῶπαξ
Δρωπίδης
δυαδίζω
δυαδικός
δυαδισμός
δυάζω
δυάκις
δυάνδρες
δυανδρικός
δυάς
δυάω
δυειδής
δυενιαυσίως
δυερός
δύη
View word page
δυαδισμός
making into a dyad

ShortDef

making into a dyad

Debugging

Headword:
δυαδισμός
Headword (normalized):
δυαδισμός
Headword (normalized/stripped):
δυαδισμος
IDX:
24247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24248
Key:

Data

{'content': 'making into a dyad'}