Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δρυοτομία
δρύοχοι
δρύοχος
Δρύοψ
δρύοψ
δρυπεπής
δρυπίς
δρύππιος
δρύπτω
δρῦς
δρυτόμος
δρυφάδες
δρύφακτος
δρυφακτόω
δρυφάκτωμα
δρυφάσσω
δρυφή
δρύψελον
δρύψια
δρυψογέρων
δρωπάζω
View word page
δρυτόμος
a wood-cutter
ShortDef
a wood-cutter
Debugging
Headword:
δρυτόμος
Headword (normalized):
δρυτόμος
Headword (normalized/stripped):
δρυτομος
IDX:
24227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24228
Key:
Data
{'content': 'a wood-cutter'}