Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρόμαξ
δρομάς
δρομάω
δρομεύς
δρομίας
δρομικός
δρομικότης
δρόμιον
Δρόμιος
δρομοκῆρυξ
δρόμος
δρομόω
δρόμων
δρόξιμα
δρόπις
δρόσαλλις
δροσερός
δροσία
δροσίζω
δροσισμός
δροσοβολέω
View word page
δρόμος
a course, running, race

ShortDef

a course, running, race

Debugging

Headword:
δρόμος
Headword (normalized):
δρόμος
Headword (normalized/stripped):
δρομος
IDX:
24166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24167
Key:

Data

{'content': 'a course, running, race'}