Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρομάδην
δρομαῖος
δρόμαξ
δρομάς
δρομάω
δρομεύς
δρομίας
δρομικός
δρομικότης
δρόμιον
Δρόμιος
δρομοκῆρυξ
δρόμος
δρομόω
δρόμων
δρόξιμα
δρόπις
δρόσαλλις
δροσερός
δροσία
δροσίζω
View word page
Δρόμιος
god of the race-course

ShortDef

god of the race-course

Debugging

Headword:
Δρόμιος
Headword (normalized):
δρόμιος
Headword (normalized/stripped):
δρομιος
IDX:
24164
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24165
Key:

Data

{'content': 'god of the race-course'}