Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρίμυξις
δριμυποιέω
δριμύς
δριμύσσω
δριμύτης
δριμυφαγέω
δριμυφαγία
δρίος
δροίτη
δρομαγετέω
δρομαδάριος
δρομάδην
δρομαῖος
δρόμαξ
δρομάς
δρομάω
δρομεύς
δρομίας
δρομικός
δρομικότης
δρόμιον
View word page
δρομαδάριος
dromedarius

ShortDef

dromedarius

Debugging

Headword:
δρομαδάριος
Headword (normalized):
δρομαδάριος
Headword (normalized/stripped):
δρομαδαριος
IDX:
24153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24154
Key:

Data

{'content': 'dromedarius'}