Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρέπτω
δρέπω
δρησμοσύνη
Δρῆσος
δρηστεύω
δρηστήρ
δρηστῆρ
δρήστης
δρηστοσύνη
δριάεντα
δρίλαξ
δρῖλος
δριμεύω
δριμυγμός
δριμύλος
δρίμυξις
δριμυποιέω
δριμύς
δριμύσσω
δριμύτης
δριμυφαγέω
View word page
δρίλαξ
leech

ShortDef

leech

Debugging

Headword:
δρίλαξ
Headword (normalized):
δρίλαξ
Headword (normalized/stripped):
δριλαξ
IDX:
24138
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24139
Key:

Data

{'content': 'leech'}