Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δράω2
δρεπάνη
δρεπανηφόρος
δρεπανίς
δρεπανοειδής
δρεπανομάχαιρα
δρέπανον
δρεπανοποιός
δρεπανουργός
δρεπτεύς
δρεπτός
δρέπτω
δρέπω
δρησμοσύνη
Δρῆσος
δρηστεύω
δρηστήρ
δρηστῆρ
δρήστης
δρηστοσύνη
δριάεντα
View word page
δρεπτός
plucked:
ShortDef
plucked:
Debugging
Headword:
δρεπτός
Headword (normalized):
δρεπτός
Headword (normalized/stripped):
δρεπτος
IDX:
24127
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24128
Key:
Data
{'content': 'plucked:'}