Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δραπετίνδα
δρασείω
δράσιμος
δρᾶσις
δρασκάζω
δράσκασις
δρασμός
δράσσομαι
δράστας
δραστέος
δραστήρ
δραστήριος
δραστηριότης
δραστικός
δράστις
δρατός
δραύκιον
δραχμή
δραχμήϊος
δραχμιαῖος
δράω
View word page
δραστήρ
cook
ShortDef
cook
Debugging
Headword:
δραστήρ
Headword (normalized):
δραστήρ
Headword (normalized/stripped):
δραστηρ
IDX:
24106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24107
Key:
Data
{'content': 'cook'}