Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δραματοποιός
δραματουργέω
δραματούργημα
δραματουργία
δραματουργός
δράμημα
δραμητέον
δράμις
δραμοσύνη
δρᾶνος
δράξ
δραξών
δραπεταγωγός
δραπέτας
δραπετεία
δραπετεύω
δραπέτης
δραπετικός
δραπετίνδα
δρασείω
δράσιμος
View word page
δράξ
handful
ShortDef
handful
Debugging
Headword:
δράξ
Headword (normalized):
δράξ
Headword (normalized/stripped):
δραξ
IDX:
24088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24089
Key:
Data
{'content': 'handful'}