Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δραματικός
δραματοποιέω
δραματοποιΐα
δραματοποιός
δραματουργέω
δραματούργημα
δραματουργία
δραματουργός
δράμημα
δραμητέον
δράμις
δραμοσύνη
δρᾶνος
δράξ
δραξών
δραπεταγωγός
δραπέτας
δραπετεία
δραπετεύω
δραπέτης
δραπετικός
View word page
δράμις
loaf
ShortDef
loaf
Debugging
Headword:
δράμις
Headword (normalized):
δράμις
Headword (normalized/stripped):
δραμις
IDX:
24085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24086
Key:
Data
{'content': 'loaf'}