Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δρακοντολέτης
δρακοντόμαλλος
δρακοντόμιμος
δρακοντόμορφος
δρακοντόπους
δρακοντοτριχέω
δρακοντοφόνος
δρακοντοφόροι
δρακοντόφρουρος
δρακοντώδης
δράκος
δρακτόν
Δράκων
δράκων
δρᾶμα
δραματικός
δραματοποιέω
δραματοποιΐα
δραματοποιός
δραματουργέω
δραματούργημα
View word page
δράκος
eye
ShortDef
eye
Debugging
Headword:
δράκος
Headword (normalized):
δράκος
Headword (normalized/stripped):
δρακος
IDX:
24070
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24071
Key:
Data
{'content': 'eye'}