Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρακοντοειδής
δρακοντοκέφαλος
δρακοντοκτονία
δρακοντολέτης
δρακοντόμαλλος
δρακοντόμιμος
δρακοντόμορφος
δρακοντόπους
δρακοντοτριχέω
δρακοντοφόνος
δρακοντοφόροι
δρακοντόφρουρος
δρακοντώδης
δράκος
δρακτόν
Δράκων
δράκων
δρᾶμα
δραματικός
δραματοποιέω
δραματοποιΐα
View word page
δρακοντοφόροι
draconarii

ShortDef

draconarii

Debugging

Headword:
δρακοντοφόροι
Headword (normalized):
δρακοντοφόροι
Headword (normalized/stripped):
δρακοντοφοροι
IDX:
24067
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24068
Key:

Data

{'content': 'draconarii'}