Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρακοντοβόλος
δρακοντοβότος
δρακοντογενής
δρακοντοέθειρα
δρακοντοειδής
δρακοντοκέφαλος
δρακοντοκτονία
δρακοντολέτης
δρακοντόμαλλος
δρακοντόμιμος
δρακοντόμορφος
δρακοντόπους
δρακοντοτριχέω
δρακοντοφόνος
δρακοντοφόροι
δρακοντόφρουρος
δρακοντώδης
δράκος
δρακτόν
Δράκων
δράκων
View word page
δρακοντόμορφος
of serpentform

ShortDef

of serpentform

Debugging

Headword:
δρακοντόμορφος
Headword (normalized):
δρακοντόμορφος
Headword (normalized/stripped):
δρακοντομορφος
IDX:
24063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24064
Key:

Data

{'content': 'of serpentform'}