Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δρακοντίς
δρακοντίτης
δρακοντοβόλος
δρακοντοβότος
δρακοντογενής
δρακοντοέθειρα
δρακοντοειδής
δρακοντοκέφαλος
δρακοντοκτονία
δρακοντολέτης
δρακοντόμαλλος
δρακοντόμιμος
δρακοντόμορφος
δρακοντόπους
δρακοντοτριχέω
δρακοντοφόνος
δρακοντοφόροι
δρακοντόφρουρος
δρακοντώδης
δράκος
δρακτόν
View word page
δρακοντόμαλλος
with snaky locks

ShortDef

with snaky locks

Debugging

Headword:
δρακοντόμαλλος
Headword (normalized):
δρακοντόμαλλος
Headword (normalized/stripped):
δρακοντομαλλος
IDX:
24061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24062
Key:

Data

{'content': 'with snaky locks'}