Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δοῦλος2
δουλοσύνα
δουλοσύνη
δουλόσυνος
δουλοφανής
δουλόω
δούλωσις
δουλωτικός
δούξ
δουπέω
δουπήτωρ
δοῦπος
δουράτεος
δουρατόγλυφος
δούρειος
δουρηνεκής
δουριβαρής
δουρικλειτός
δουρικτητός
δουρίπηκτος
δουρίπληκτος
View word page
δουπήτωρ
a clatterer
ShortDef
a clatterer
Debugging
Headword:
δουπήτωρ
Headword (normalized):
δουπήτωρ
Headword (normalized/stripped):
δουπητωρ
IDX:
23994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23995
Key:
Data
{'content': 'a clatterer'}