Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δορυφορικός
δορυφόρος
δορώσιμος
δόρωσις
δοσείω
δόσιμος
δόσις
δοσοληψία
Δοτάμας
δότειρα
δοτέος
δοτήρ
δοτικός
δοτός
δουκηνάριος
δουκικός
δουλαγωγέω
δουλαγωγία
δουλαγωγός
δουλαπατία
δουλάριον
View word page
δοτέος
to be given

ShortDef

to be given

Debugging

Headword:
δοτέος
Headword (normalized):
δοτέος
Headword (normalized/stripped):
δοτεος
IDX:
23942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23943
Key:

Data

{'content': 'to be given'}