Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δοριπαγής
δορίπαλτος
δοριπετής
δορίπληκτος
δορίπονος
δοριπτοίητος
δορίς
δορισθενής
Δορίσκος
δοριστέφανος
δοριτίνακτος
δορίτμητος
δορίτολμος
δορκάδειος
δορκαδίζω
δορκάδιον
δορκαλίς
δόρκανα
δορκάς
δόρκειος
δόρκων
View word page
δοριτίνακτος
shaken by battle

ShortDef

shaken by battle

Debugging

Headword:
δοριτίνακτος
Headword (normalized):
δοριτίνακτος
Headword (normalized/stripped):
δοριτινακτος
IDX:
23891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23892
Key:

Data

{'content': 'shaken by battle'}