Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δόξα
δοξάζω
δοξασία
δόξασις
δόξασμα
δοξασμός
δοξαστέον
δοξαστής
δοξαστικός
δοξαστός
δοξοκαθαιρετικός
δοξοκαλία
δοξοκοπέω
δοξοκοπία
δοξοκοπικός
δοξοκόπος
δοξολογία
δοξομανέω
δοξομανής
δοξομανία
δοξοματαιόσοφος
View word page
δοξοκαθαιρετικός
clever at removing suspicion

ShortDef

clever at removing suspicion

Debugging

Headword:
δοξοκαθαιρετικός
Headword (normalized):
δοξοκαθαιρετικός
Headword (normalized/stripped):
δοξοκαθαιρετικος
IDX:
23830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23831
Key:

Data

{'content': 'clever at removing suspicion'}