Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δόλοψ
δολόω
δόλπαι
δολφός
δόλωμα
δόλων
Δόλων
δολωνικός
δολῶπις
δόλωσις
δόμα
δόμα2
δομαῖος
δοματίζω
δομέστικος
δομέω
δομή
δόμημα
δόμησις
δομήτωρ
Δομιτιανός
View word page
δόμα
gift
ShortDef
gift
house
Debugging
Headword:
δόμα
Headword (normalized):
δόμα
Headword (normalized/stripped):
δομα
IDX:
23788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23789
Key:
Data
{'content': 'gift'}