Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δολιχοδρομέω
δολιχοδρόμος
δολιχοκρόταφος
δολιχόουρος
Δόλιχος
δολιχός
δόλιχος
δολιχόσκιος
δολιχούατος
δολιχόφρων
δολόεις
δολοεργής
δολοκτασία
δολομήδης
δολομήτης
δολόμητις
δολομήχανος
δολόμυθος
δολοπεύω
Δολοπίων
δολοπλανής
View word page
δολόεις
subtle, wily
ShortDef
subtle, wily
Debugging
Headword:
δολόεις
Headword (normalized):
δολόεις
Headword (normalized/stripped):
δολοεις
IDX:
23750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23751
Key:
Data
{'content': 'subtle, wily'}