Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δολιχαύχην
δολιχεγχής
δολιχήπους
δολιχήρετμος
δολιχήρης
δολιχογραφία
δολιχόδειρος
δολιχοδρομέω
δολιχοδρόμος
δολιχοκρόταφος
δολιχόουρος
Δόλιχος
δολιχός
δόλιχος
δολιχόσκιος
δολιχούατος
δολιχόφρων
δολόεις
δολοεργής
δολοκτασία
δολομήδης
View word page
δολιχόουρος
long-tailed:
ShortDef
long-tailed:
Debugging
Headword:
δολιχόουρος
Headword (normalized):
δολιχόουρος
Headword (normalized/stripped):
δολιχοουρος
IDX:
23743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23744
Key:
Data
{'content': 'long-tailed:'}