Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δολίχαυλος
δολιχαύχην
δολιχεγχής
δολιχήπους
δολιχήρετμος
δολιχήρης
δολιχογραφία
δολιχόδειρος
δολιχοδρομέω
δολιχοδρόμος
δολιχοκρόταφος
δολιχόουρος
Δόλιχος
δολιχός
δόλιχος
δολιχόσκιος
δολιχούατος
δολιχόφρων
δολόεις
δολοεργής
δολοκτασία
View word page
δολιχοκρόταφος
long-headed

ShortDef

long-headed

Debugging

Headword:
δολιχοκρόταφος
Headword (normalized):
δολιχοκρόταφος
Headword (normalized/stripped):
δολιχοκροταφος
IDX:
23742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23743
Key:

Data

{'content': 'long-headed'}