Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δολιόμυθος
δολιόπους
δόλιος
Δολίος
δολιότης
δολιότροπος
δολιόφρων
δολιόω
δολιχαίων
δολιχάορος
δολίχαυλος
δολιχαύχην
δολιχεγχής
δολιχήπους
δολιχήρετμος
δολιχήρης
δολιχογραφία
δολιχόδειρος
δολιχοδρομέω
δολιχοδρόμος
δολιχοκρόταφος
View word page
δολίχαυλος
with a long tube

ShortDef

with a long tube

Debugging

Headword:
δολίχαυλος
Headword (normalized):
δολίχαυλος
Headword (normalized/stripped):
δολιχαυλος
IDX:
23732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23733
Key:

Data

{'content': 'with a long tube'}