Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δοκόω
δοκώ
δοκώδης
δόκωσις
δολερός
δόλευμα
δολιεύομαι
δολίζω
δολιόμητις
δολιόμυθος
δολιόπους
δόλιος
Δολίος
δολιότης
δολιότροπος
δολιόφρων
δολιόω
δολιχαίων
δολιχάορος
δολίχαυλος
δολιχαύχην
View word page
δολιόπους
stealthy of foot
ShortDef
stealthy of foot
Debugging
Headword:
δολιόπους
Headword (normalized):
δολιόπους
Headword (normalized/stripped):
δολιοπους
IDX:
23723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23724
Key:
Data
{'content': 'stealthy of foot'}