Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δοκιμαστικός
δοκιμαστός
δοκιμεῖον
δοκιμή
δόκιμος
δοκίς
δοκοθήκη
δοκός
δοκοτέκτων
δοκόω
δοκώ
δοκώδης
δόκωσις
δολερός
δόλευμα
δολιεύομαι
δολίζω
δολιόμητις
δολιόμυθος
δολιόπους
δόλιος
View word page
δοκώ
opinion

ShortDef

opinion

Debugging

Headword:
δοκώ
Headword (normalized):
δοκώ
Headword (normalized/stripped):
δοκω
IDX:
23714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23715
Key:

Data

{'content': 'opinion'}