Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δοάσσατο
Δόβηρος
δόγμα
δογματίας
δογματίζω
δογματικός
δογματογραφέω
δογματογράφος
δογματολογία
δογματοποιέω
δογματοποιΐα
δοθιήν
δοθιηνικόν
δοιάζω
δοιάς
δοιδυκοποιός
δοιδυκοφόβα
δοῖδυξ
δοιέτης
δοιή
δοιοί
View word page
δογματοποιΐα
maintenance of δόγματα

ShortDef

maintenance of δόγματα

Debugging

Headword:
δογματοποιΐα
Headword (normalized):
δογματοποιΐα
Headword (normalized/stripped):
δογματοποιια
IDX:
23672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23673
Key:

Data

{'content': 'maintenance of δόγματα'}