Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δνοπάλιξις
δνοφερός
δνόφος
δοάσσατο
Δόβηρος
δόγμα
δογματίας
δογματίζω
δογματικός
δογματογραφέω
δογματογράφος
δογματολογία
δογματοποιέω
δογματοποιΐα
δοθιήν
δοθιηνικόν
δοιάζω
δοιάς
δοιδυκοποιός
δοιδυκοφόβα
δοῖδυξ
View word page
δογματογράφος
drafter of decrees

ShortDef

drafter of decrees

Debugging

Headword:
δογματογράφος
Headword (normalized):
δογματογράφος
Headword (normalized/stripped):
δογματογραφος
IDX:
23669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23670
Key:

Data

{'content': 'drafter of decrees'}