Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δμήτειρα
δμητήρ
δμητός
Δμήτωρ
δμωή
δμῳή
δμώιος
δμῴιος
δμωίς
δμώς
δνοπαλίζω
δνοπάλιξις
δνοφερός
δνόφος
δοάσσατο
Δόβηρος
δόγμα
δογματίας
δογματίζω
δογματικός
δογματογραφέω
View word page
δνοπαλίζω
to shake violently, fling down

ShortDef

to shake violently, fling down

Debugging

Headword:
δνοπαλίζω
Headword (normalized):
δνοπαλίζω
Headword (normalized/stripped):
δνοπαλιζω
IDX:
23658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23659
Key:

Data

{'content': 'to shake violently, fling down'}