Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διχοστατέω
διχοτομέω
διχοτόμημα
διχοτομία
διχότομος
διχοτόμος
δίχους
διχοφρονέω
διχοφροσύνη
διχόφρων
διχοφυής
διχοφυΐα
διχοφωνέω
διχοφωνία
δίχροια
διχρονία
δίχρονος
δίχροος
δίχρωμος
δίχωρον
διχῶς
View word page
διχοφυής
forked
ShortDef
forked
Debugging
Headword:
διχοφυής
Headword (normalized):
διχοφυής
Headword (normalized/stripped):
διχοφυης
IDX:
23574
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23575
Key:
Data
{'content': 'forked'}