Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διχόλωτος
διχομηνία
διχομηνιαία
διχόμηνις
διχόμηνος
διχόμυθος
διχονοητικός
διχόνοια
διχόνοος
διχοποιός
δίχορδος
διχόρειος
διχορία
διχοριάζω
διχορραγής
διχόρροπος
διχοστασία
διχοστατέω
διχοτομέω
διχοτόμημα
διχοτομία
View word page
δίχορδος
two-stringed

ShortDef

two-stringed

Debugging

Headword:
δίχορδος
Headword (normalized):
δίχορδος
Headword (normalized/stripped):
διχορδος
IDX:
23557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23558
Key:

Data

{'content': 'two-stringed'}