Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίφωνος
δίχα
διχάζω
δίχαιος
διχαίτης
διχάλα
δίχαλκον
διχάρακτος
διχάς
δίχασις
διχασμός
διχαστῆρες
διχαστής
διχαστός
διχάω
δίχειλον
διχή
διχῆ
διχηλέω
διχήλησις
δίχηλος
View word page
διχασμός
division into two parts

ShortDef

division into two parts

Debugging

Headword:
διχασμός
Headword (normalized):
διχασμός
Headword (normalized/stripped):
διχασμος
IDX:
23521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23522
Key:

Data

{'content': 'division into two parts'}