Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δίφρακον
δίφραξ
διφρεία
διφρευτής
διφρευτικός
διφρεύω
διφρηλασία
διφρηλάτας
διφρηλατέω
διφρηλάτης
διφρήλατος
δίφριος
δίφρις
διφρίσκος
δίφροντις
διφροπηγία
δίφρος
διφρουλκέω
διφρουργία
διφροῦχος
διφροφορέω
View word page
διφρήλατος
car-borne
ShortDef
car-borne
Debugging
Headword:
διφρήλατος
Headword (normalized):
διφρήλατος
Headword (normalized/stripped):
διφρηλατος
IDX:
23495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23496
Key:
Data
{'content': 'car-borne'}