Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διφθογγιστέον
διφθογγόομαι
δίφθογγος
Δίφιλος
διφορέω
διφόρησις
δίφορος
δίφρακον
δίφραξ
διφρεία
διφρευτής
διφρευτικός
διφρεύω
διφρηλασία
διφρηλάτας
διφρηλατέω
διφρηλάτης
διφρήλατος
δίφριος
δίφρις
διφρίσκος
View word page
διφρευτής
a charioteer

ShortDef

a charioteer

Debugging

Headword:
διφρευτής
Headword (normalized):
διφρευτής
Headword (normalized/stripped):
διφρευτης
IDX:
23488
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23489
Key:

Data

{'content': 'a charioteer'}