Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διφθεράλοιφος
διφθεράριος
διφθερίας
διφθέρινος
διφθερόομαι
διφθεροπώλης
διφθογγίζω
διφθογγιστέον
διφθογγόομαι
δίφθογγος
Δίφιλος
διφορέω
διφόρησις
δίφορος
δίφρακον
δίφραξ
διφρεία
διφρευτής
διφρευτικός
διφρεύω
διφρηλασία
View word page
Δίφιλος
Diphilus

ShortDef

Diphilus

Debugging

Headword:
Δίφιλος
Headword (normalized):
δίφιλος
Headword (normalized/stripped):
διφιλος
IDX:
23481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23482
Key:

Data

{'content': 'Diphilus'}