Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διφθέρα
διφθεράλοιφος
διφθεράριος
διφθερίας
διφθέρινος
διφθερόομαι
διφθεροπώλης
διφθογγίζω
διφθογγιστέον
διφθογγόομαι
δίφθογγος
Δίφιλος
διφορέω
διφόρησις
δίφορος
δίφρακον
δίφραξ
διφρεία
διφρευτής
διφρευτικός
διφρεύω
View word page
δίφθογγος
with two sounds

ShortDef

with two sounds

Debugging

Headword:
δίφθογγος
Headword (normalized):
δίφθογγος
Headword (normalized/stripped):
διφθογγος
IDX:
23480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23481
Key:

Data

{'content': 'with two sounds'}