Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διτρόχαιος
διτροχία
δίτροχος
δίτυλος
διυγιαίνω
διυγραίνω
δίυγρος
διυδατίζω
δίυδρος
διυλίζω
διύλισις
διύλισμα
διυλιστήρ
διυλιστός
διυπερτίθημι
διυπηρετέομαι
διυπνίζω
διυποβάλλω
διυποπτεύω
διυφαίνω
διύφαντος
View word page
διύλισις
filtering, refining, purifying

ShortDef

filtering, refining, purifying

Debugging

Headword:
διύλισις
Headword (normalized):
διύλισις
Headword (normalized/stripped):
διυλισις
IDX:
23447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23448
Key:

Data

{'content': 'filtering, refining, purifying'}