Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διτονίζω
δίτονος
διτορμία
διτριχιάω
διτρόχαιος
διτροχία
δίτροχος
δίτυλος
διυγιαίνω
διυγραίνω
δίυγρος
διυδατίζω
δίυδρος
διυλίζω
διύλισις
διύλισμα
διυλιστήρ
διυλιστός
διυπερτίθημι
διυπηρετέομαι
διυπνίζω
View word page
δίυγρος
washed out, pale
ShortDef
washed out, pale
Debugging
Headword:
δίυγρος
Headword (normalized):
δίυγρος
Headword (normalized/stripped):
διυγρος
IDX:
23443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23444
Key:
Data
{'content': 'washed out, pale'}