Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διτόκος
διτομία
διτονέω
διτονίζω
δίτονος
διτορμία
διτριχιάω
διτρόχαιος
διτροχία
δίτροχος
δίτυλος
διυγιαίνω
διυγραίνω
δίυγρος
διυδατίζω
δίυδρος
διυλίζω
διύλισις
διύλισμα
διυλιστήρ
διυλιστός
View word page
δίτυλος
with two humps
ShortDef
with two humps
Debugging
Headword:
δίτυλος
Headword (normalized):
δίτυλος
Headword (normalized/stripped):
διτυλος
IDX:
23440
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23441
Key:
Data
{'content': 'with two humps'}