Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δισχίλιοι
δίσχοινος
δισώματος
δισώνυμος
Δισωτήριον
διτάλαντος
διτοκέω
διτόκος
διτομία
διτονέω
διτονίζω
δίτονος
διτορμία
διτριχιάω
διτρόχαιος
διτροχία
δίτροχος
δίτυλος
διυγιαίνω
διυγραίνω
δίυγρος
View word page
διτονίζω
accent in two ways

ShortDef

accent in two ways

Debugging

Headword:
διτονίζω
Headword (normalized):
διτονίζω
Headword (normalized/stripped):
διτονιζω
IDX:
23433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-23434
Key:

Data

{'content': 'accent in two ways'}