Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰσθητός
ἀΐσθω
ἀίσθω
αἰσιμία
Αἰσιμίδης
αἴσιμος
αἰσιμῶ
αἰσιομήτης
αἰσιόομαι
αἰσιοποιέω
αἴσιος
Αἶσις
Αἰσκύλειος
Αἰσονίδας
Αἰσονίδης
ἄισος
ἄϊσος
ἀΐσσω
ἀίσσω
ἄιστος
ἄϊστος
View word page
αἴσιος
boding well, auspicious

ShortDef

boding well, auspicious

Debugging

Headword:
αἴσιος
Headword (normalized):
αἴσιος
Headword (normalized/stripped):
αισιος
IDX:
2342
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2343
Key:

Data

{'content': 'boding well, auspicious'}